"Στην παρούσα συγκυρία δεν μπορεί να προσδιοριστεί ένα ακριβές χρονοδιάγραμμα για τις ενδεχόμενες αγορές χρεογράφων που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία" στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα, αναφέρει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Mario Draghi σε απάντηση του προς τον Ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ σημειώνει ακόμα ότι το ενδεχόμενο αγοράς εμπορεύσιμων χρεογράφων που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία "θα εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο ως προς την ανάλυση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους".

Ολόκληρη η απάντηση του προέδρου της ΕΚΤ:

Σας ευχαριστώ για την επιστολή σας, την οποία μου διαβίβασε ο κ. Roberto Gualtieri, Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, μαζί με συνοδευτική επιστολή στις 27 Ιουλίου 2016.

Στις 22 Ιουνίου 2016 το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αποφάσισε να επαναφέρει την παρέκκλιση (waiver) από τις ελάχιστες απαιτήσεις πιστοληπτικής διαβάθμισης για τα εμπορεύσιμα χρεόγραφα τα οποία εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία, υπό την επιφύλαξη ειδικών περικοπών αποτίμησης (haircuts). Ως αποτέλεσμα, οι αντισυμβαλλόμενοι μπορούν εκ νέου να χρησιμοποιούν εμπορεύσιμα χρεόγραφα τα οποία εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία ως εξασφαλίσεις για τις πιστοδοτικές πράξεις της ΕΚΤ. Η απόφαση αυτή έλαβε υπόψη την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του υφιστάμενου προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) για την Ελλάδα. Επιπλέον, το Διοικητικό Συμβούλιο αναγνώρισε τη δέσμευση που επέδειξαν οι ελληνικές αρχές για την υλοποίηση του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής του ΕΜΣ και παράλληλα αναμένει συνεχή συμμόρφωση με τους όρους του προγράμματος αυτού.

Ταυτόχρονα, το Διοικητικό Συμβούλιο ανάφερε ότι το ενδεχόμενο αγοράς -στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων του δημόσιου τομέα (public sector purchase programme - PSPP)- εμπορεύσιμων χρεογράφων που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία θα εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο ως προς την ανάλυση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης του ίδιου του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και άλλους παράγοντες σχετικούς με τη διαχείριση κινδύνων.

Σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους, στη δήλωσή της στις 25 Μαΐου 2016, η Ευρωομάδα (Eurogroup) σημείωσε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο εφαρμογής σειράς μέτρων σε βραχυπρόθεσμο και μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα, με σκοπό την επαναφορά του χρέους σε καθοδική πορεία και των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών σε διατηρήσιμα επίπεδα.2 Υπό το φως αυτών των παραγόντων, στην παρούσα συγκυρία δεν μπορεί να προσδιοριστεί ένα ακριβές χρονοδιάγραμμα για τις ενδεχόμενες αγορές -στο πλαίσιο του προγράμματος PSPP- εμπορεύσιμων χρεογράφων που εκδίδει ή εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία.

Με εκτίμηση,
Mario Draghi"

Σε ξεχωριστή επιστολή, απατώντας σε ερώτηση του Ευρωβουλευτή της Λαϊκής Ενότητας, Νίκου Χουντή, ο πρόεδρος της ΕΚΤ δίνει διευκρινίσεις για τις διαδικασίες στην επιλογή των μελών των διοικήσεων των ελληνικών τραπεζών και του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).

Ολόκληρη η επιστολή:

"Αξιότιμο μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κύριε Χουντή,

Στην επιστολή σας προς την κα Danièle Nouy, Πρόεδρο του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, την οποία μου διαβίβασε ο κ. Roberto Gualtieri, Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, μαζί με συνοδευτική επιστολή στις 27 Ιουλίου 2016, θέσατε ένα ζήτημα που σχετίζεται επίσης με ζητήματα πέραν του πεδίου των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ. Για τον λόγο αυτό, η κα Nouy προώθησε την ερώτησή σας σε εμένα.

H οδηγία σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια (Capital Requirements Directive - CRD IV)1 προβλέπει ελάχιστα κριτήρια για την "αξιολόγηση της ικανότητας και της καταλληλότητας" τα οποία πρέπει να πληρούν τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) προκειμένου να κρίνονται κατάλληλα για την άσκηση των καθηκόντων που αφορούν τη θέση τους. Τα συγκεκριμένα κριτήρια για την αξιολόγηση της ικανότητας και της καταλληλότητας καθορίζονται στις διατάξεις με τις οποίες έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο των 28 κρατών μελών της ΕΕ η CRD IV και μπορούν να υπερβαίνουν τα ελάχιστα κριτήρια που προβλέπονται στην οδηγία.

Ο ελληνικός νόμος που διέπει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) (γνωστός ως "Νόμος ΤΧΣ")2 περιλαμβάνει πρόσθετα κριτήρια για την αξιολόγηση των μελών των διοικητικών συμβουλίων των τεσσάρων ελληνικών σημαντικών τραπεζών οι οποίες έχουν λάβει αξιόλογη κρατική ενίσχυση από το ΤΧΣ τα τελευταία χρόνια. Αυτά τα πρόσθετα κριτήρια συμφωνήθηκαν μεταξύ των ελληνικών αρχών και των ιδρυμάτων το φθινόπωρο του 2015 στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα, αφού ελήφθη υπόψη η ειδική κατάσταση του ελληνικού τραπεζικού τομέα. Οι τέσσερις ελληνικές σημαντικές τράπεζες έχουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις έναντι του ΤΧΣ οι οποίες καθορίζονται στον Νόμο ΤΧΣ και στις συμφωνίες-πλαίσιο συνεργασίας3 μεταξύ κάθε τράπεζας και του ΤΧΣ. Εν προκειμένω, μία από τις αρμοδιότητες του ΤΧΣ αφορά την αξιολόγηση των πλαισίων εταιρικής διακυβέρνησης των τεσσάρων τραπεζών και, πιο συγκεκριμένα, την αξιολόγηση των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών για τις οποίες ισχύουν οι εν λόγω συμφωνίες-πλαίσιο. Η αξιολόγηση βασίζεται σε ορισμένα κριτήρια τα οποία ορίζονται στον Νόμο ΤΧΣ και είναι αναγκαία στη συγκεκριμένη ελληνική πραγματικότητα προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των τραπεζών είναι σε θέση να λαμβάνουν τεκμηριωμένες και καθόλα ανεξάρτητες αποφάσεις για ζητήματα στρατηγικής και, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, για ζητήματα λειτουργίας χωρίς καμία πολιτική ή άλλη παρέμβαση. Η πτυχή αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία για τις τέσσερις ελληνικές σημαντικές τράπεζες για διάφορους λόγους, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων προκλήσεων που συνδέονται με το σημαντικό ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της ανάγκης ρύθμισής τους έγκαιρα και αποτελεσματικά με βάση τις αρχές του εμπορίου και της οικονομίας.

Συνολικά, οι τράπεζες και οι μέτοχοί τους μπορούν ελεύθερα να διορίζουν τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων τους, υπό την επιφύλαξη των ενωσιακών και εθνικών νομικών πλαισίων που ισχύουν για τον τραπεζικό τομέα και έχουν θεσπιστεί με σκοπό τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την προστασία των καταθετών. Γι’ αυτό τον λόγο, κατά την επιλογή των μελών των διοικητικών συμβουλίων τους, οι μέτοχοι θα πρέπει να προτείνουν μόνον υποψηφίους οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια που καθορίζονται στις διατάξεις με τις οποίες έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο η CRD IV, λαμβάνοντας επίσης υπόψη, στη συγκεκριμένη ελληνική πραγματικότητα, τις διατάξεις του Νόμου ΤΧΣ, με σκοπό να αποφεύγεται το ενδεχόμενο να προκύψει κίνδυνος φήμης από μια αρνητική αξιολόγηση του ΤΧΣ για μέλος του διοικητικού συμβουλίου.

Σε συμμόρφωση με το προαναφερθέν πλαίσιο, το ΤΧΣ διενήργησε εμπεριστατωμένη αξιολόγηση των διοικητικών συμβουλίων των ελληνικών τραπεζών, εφαρμόζοντας κριτήρια τα οποία υπερβαίνουν τις εποπτικές απαιτήσεις για την ικανότητα και την καταλληλότητα. Το ΤΧΣ ανακοίνωσε τα αποτελέσματα στις τράπεζες τον Ιούλιο του 2016. Καθώς η αξιολόγηση δεν διενεργήθηκε από την ΕΚΤ, το ΤΧΣ έχει την αποκλειστική ευθύνη και την κυριότητα της αξιολόγησής του και τυχόν συναφών αναφορών.

Θα ήθελα επίσης να αναφέρω ότι σύμφωνα με το Μνημόνιο Συνεννόησης σχετικά με το τρίτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα τα συμβούλια των τραπεζών πρέπει να συγκροτούνται με τρόπο που να αντανακλά τα πορίσματα της αξιολόγησης του ΤΧΣ και να σέβεται τον Νόμο ΤΧΣ. Επιπλέον, οι τράπεζες πρέπει να εφαρμόζουν τυχόν άλλες μεταβολές σε επίπεδο διακυβέρνησης που προτείνει η αξιολόγηση. Οι όροι αυτοί συμπεριλήφθηκαν προκειμένου να ενισχυθεί με ουσιαστικό τρόπο η σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων και επομένως να βελτιωθούν οι επιδόσεις του ελληνικού τραπεζικού τομέα.

Σε ό,τι αφορά τις αλλαγές στα όργανα διοίκησης του ΤΧΣ, θα ήθελα να διευκρινίσω ότι η αξιολόγηση των οργάνων αυτών διενεργήθηκε από την Επιτροπή Επιλογής του ΤΧΣ, η οποία συγκροτήθηκε σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Νόμου ΤΧΣ. Η Επιτροπή Επιλογής του ΤΧΣ αποτελείται από έξι ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, εκ των οποίων τρεις, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου, διορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, δύο από τον Υπουργό Οικονομικών και ένας από την Τράπεζα της Ελλάδος. Σύμφωνα με ένα από τα κριτήρια επιλεξιμότητας τα εν λόγω μέλη δεν θα πρέπει να έχουν υπηρετήσει - τα τρία τελευταία χρόνια πριν από τον διορισμό τους - στο ελληνικό κοινοβούλιο, κυβέρνηση, δημόσιες αρχές ή σε οποιοδήποτε από τα όργανα και τις αρχές που τους διόρισε. Ένα από τα καθήκοντα της Επιτροπής Επιλογής του ΤΧΣ είναι η αξιολόγηση των μελών των οργάνων διοίκησης του ΤΧΣ. Σε αντίθεση με ό,τι αναφέρετε στην επιστολή σας, το καθήκον αυτό ασκήθηκε με πλήρη αυτονομία και σύμφωνα με τον Νόμο ΤΧΣ, χωρίς "κατευθύνσεις" από την ΕΚΤ. Σύμφωνα με τον Νόμο ΤΧΣ, η Επιτροπή Επιλογής του ΤΧΣ αναφέρεται για τις δραστηριότητές της στα όργανα και τις αρχές που διόρισαν τα μέλη της όταν απαιτείται και αποστέλλει αντίγραφο της σχετικής αναφοράς στην ομάδα εργασίας της Ευρωομάδας (Eurogroup Working Group). Αναμένω ότι η Επιτροπή Επιλογής του ΤΧΣ θα αποστείλει σχετική αναφορά τους επόμενους μήνες.

Με εκτίμηση,
Mario Draghi"